Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018

Πείραμα Ερατοσθένη και εαρινή ισημερία

Ο Ερατοσθένης ήταν ο πρώτος άνθρωπος που μέτρησε τις διαστάσεις του πλανήτη Γη, γι' αυτό και θεωρείται δημιουργός της μαθηματικής γεωγραφίας.

Σήμερα, 20-03-2018 στην εαρινή ισημερία, πραγματοποιήθηκε σε πάνω από 800 σχολεία της χώρας το πείραμα του Ερατοσθένη με τη συνδρομή πολλών ΕΚΦΕ, της ΠΑΝΕΚΦΕ και του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.

Στη δράση συμμετείχε το σχολείο μας με πρωταρχικό σκοπό, να αντιληφθούν οι μαθητές πως σκέφτηκε ο Ερατοσθένης 2200 χρόνια πριν και πως με πολύ απλά μέσα έκανε τόσο ακριβείς υπολογισμούς για την ακτίνα και την περίμετρο της γης.


Ο Ερατοσθένης ο Κυρηναίος ήταν αρχαίος Έλληνας μαθηματικός, γεωγράφος, αστρονόμος και ποιητής. Γεννήθηκε στην Κυρήνη (σημερινή Λιβύη) και έζησε, σπούδασε και πέθανε στην Αλεξάνδρεια, η οποία ήταν τότε η πρωτεύουσα της Αιγύπτου. Όταν ήταν περίπου 40 ετών ορίστηκε επικεφαλής της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και ήταν τότε που εκτέλεσε ίσως το σημαντικότερο πείραμα για το οποίο έμεινε γνωστός στην ιστορία: Μέτρησε την περιφέρεια της Γης χρησιμοποιώντας ένα κοντάρι και λίγη γεωμετρία.

Κατά τη θητεία του ως επικεφαλής βιβλιοθηκάριος, ο Ερατοσθένης πληροφορήθηκε πως κάθε χρόνο, το μεσημέρι της 21ης Ιουνίου (τη μέρα δηλαδή του θερινού ηλιοστασίου), στην αρχαία πόλη Συήνη (το σημερινό Ασουάν) συνέβαινε κάτι ασυνήθιστο: Αν κοιτούσες στον πάτο ενός πηγαδιού μπορούσες να δεις ολόκληρο τον Ήλιο να καθρεφτίζεται στα νερά του.
Ο Ερατοσθένης συμπέρανε ότι για να συμβαίνει κάτι τέτοιο, τη συγκεκριμένη μέρα, ο Ήλιος έπρεπε να βρίσκεται ακριβώς πάνω από τη Συήνη και οι ακτίνες του να πέφτουν κάθετα σ’ αυτή. Γνώριζε επίσης πως την ίδια μέρα στην Αλεξάνδρεια, το φαινόμενο αυτό δεν συνέβαινε, οπότε κατάλαβε ότι ο λόγος που ο Ήλιος δεν μπορούσε να βρίσκεται ταυτόχρονα πάνω από τη Συήνη και την Αλεξάνδρεια οφείλονταν στην καμπυλότητα της Γης.
Η ιδέα ότι η Γη ήταν σφαιρική δεν ήταν άγνωστη στον Ερατοσθένη. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν καταλάβει πως η επιφάνεια του πλανήτη καμπυλώνει γιατί έβλεπαν τα πλοία που απομακρύνονταν από το λιμάνι να εξαφανίζονται από κάτω προς τα πάνω. Επίσης είχαν παρατηρήσει πως κατά τις σεληνιακές εκλείψεις η σκιά της Γης στη Σελήνη ήταν ξεκάθαρα κυκλική.

Ο Ερατοσθένης λοιπόν σκέφτηκε πως μπορούσε να χρησιμοποιήσει το γεγονός αυτό για να μετρήσει την περιφέρεια του πλανήτη. Το μεσημέρι της 21ης Ιουνίου στην Αλεξάνδρεια, κάρφωσε ένα κοντάρι κάθετα στη Γη. Στη συνέχεια μέτρησε τη γωνία μεταξύ του κονταριού και των ηλιακών ακτινών και τη βρήκε ίση με το 1/50 του κύκλου, ή αλλιώς 7,2 μοίρες.
Εφόσον όμως θεώρησε πως η Γη είναι σφαιρική και ο Ήλιος βρίσκεται τόσο μακριά που οι ακτίνες του φτάνουν σ’ αυτή σχεδόν παράλληλες, οι προεκτάσεις του κονταριού στην Αλεξάνδρεια και του πηγαδιού στη Συήνη θα τέμνονται ακριβώς στο κέντρο της Γης, ενώ η γωνία που σχηματίζεται μεταξύ των δύο πόλεων θα είναι ίση με τη γωνία μεταξύ κονταριού και ηλιακών ακτινών, ως εντός εναλλάξ γωνίες!
Με άλλα λόγια, το 1/50 της περιφέρειας της Γης είναι ίσο με την απόσταση μεταξύ Αλεξάνδρειας και Συήνης, οπότε ολόκληρη η περιφέρεια θα είναι η απόσταση αυτή επί 50.
Άρα το μόνο που έμενε για τον Ερατοσθένη ήταν να μετρήσει την απόσταση μεταξύ των δύο πόλεων. Και ακριβώς αυτό έκανε.


Βρήκε την απόσταση ίση με 5000 στάδια, ενώ λίγο αργότερα φαίνεται να τη διόρθωσε σε 5040 στάδια. Οπότε τελικά ο υπολογισμός του για την περιφέρεια της Γης, ήταν 252.000 στάδια. 1 2


Δυστυχώς το έργο του Ερατοσθένη, στο οποίο λογικά θα έγραφε αναλυτικά τους υπολογισμούς του, δεν διασώζεται. Για το πείραμά του μαθαίνουμε από μεταγενέστερα γραπτά, τα οποία όμως αφήνουν πολλά στη φαντασία μας. Πώς μέτρησε ο Ερατοσθένης τη γωνία μεταξύ κονταριού και ηλιακών ακτινών; Πώς μέτρησε την απόσταση Αλεξάνδρειας και Συήνης; Κάποιοι λένε πως υπολόγισε την απόσταση βάσει του χρόνου που χρειαζόταν τα καραβάνια για να ταξιδέψουν από τη μία πόλη στην άλλη. Το ταξίδι διαρκούσε 50 μέρες, ενώ οι καμήλες μπορούσαν να διασχίζουν περίπου 100 στάδια τη μέρα. Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν πως ο Ερατοσθένης προσέλαβε ανθρώπους για να περπατήσουν όλη τη διαδρομή μετρώντας τα βήματά τους, τους λεγόμενους βηματιστές.

Άλλο ένα μυστήριο είναι το μήκος των σταδίων, το οποίο διέφερε από περιοχή σε περιοχή κι έτσι δεν είμαστε σίγουροι ποια στάδια εννοούσε ο Ερατοσθένης. Κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν πως τα στάδια που χρησιμοποίησε ήταν 157 μέτρα, ενώ άλλοι πως ήταν 185. Οπότε ο υπολογισμός του για την περιφέρεια της Γης πρέπει να ήταν ανάμεσα από 39.564 και 46.620 χιλιόμετρα. Η σημερινή αποδεκτή τιμή για τη μεσημβρινή περιφέρεια είναι 40.008 χιλιόμετρα. 3


Το πείραμα του Ερατοσθένη δεν θα μπορούσε βέβαια να είναι τέλειο. Καταρχάς, η Αλεξάνδρεια δεν βρίσκεται ακριβώς βόρεια από τη Συήνη, κάτι που οδηγεί σε ελάχιστα διαφορετικούς υπολογισμούς. Επίσης, σήμερα γνωρίζουμε πως η Γη δεν είναι μια τέλεια σφαίρα και οι ακτίνες του Ήλιου δεν φτάνουν σ’ εμάς ακριβώς παράλληλες.

Η ακρίβεια της μέτρησής του ωστόσο, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Παρ’ όλο που τα εργαλεία που χρησιμοποίησε ήταν πρωτόγονα, ο υπολογισμός του ήταν πολύ κοντά στην πραγματική τιμή και αυτό γιατί η ιδέα στην ουσία της, είναι σωστή! Ο Ερατοσθένης σαν γνήσιος επιστήμονας έκανε μια παρατήρηση, στηρίχθηκε στις προηγούμενες γνώσεις για τη σφαιρική Γη και κατασκεύασε το κατάλληλο πείραμα για να κάνει τον υπολογισμό του. Απέδειξε πως καμιά φορά μια απλή ιδέα και ένα περίεργο μυαλό είναι όλα όσα χρειάζεσαι για να αλλάξεις τον κόσμο.
1700 χρόνια μετά το πείραμα του Ερατοσθένη, ο θαλασσοπόρος Χριστόφορος Κολόμβος, χρησιμοποιώντας λαθεμένες εκτιμήσεις για την περιφέρεια της Γης, ξεκίνησε από τα Κανάρια Νησιά ένα ταξίδι προς τα δυτικά με προορισμό την Ιαπωνία, η οποία πίστευε ότι βρισκόταν μόλις 3.700 χιλιόμετρα μακριά. Αν είχε χρησιμοποιήσει την περιφέρεια που υπολόγισε ο Ερατοσθένης, θα ήξερε πως το ταξίδι ήταν πολύ μεγαλύτερο, περίπου 20.000 χιλιόμετρα, μια απόσταση που κανένα πλοίο εκείνης της εποχής, δεν θα μπορούσε να διασχίσει. Απ’ ότι φαίνεται, ο Κολόμβος μάλλον στάθηκε τυχερός που ανάμεσα από την Ευρώπη και την Ασία, έτυχε να βρίσκεται μία ακόμα ήπειρος…4

Πηγές: a, b, Google images, Youtube

Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2018

Απελευθέρωση Ιωαννίνων 21 Φεβρουαρίου 1913

Τα πήραμε τα Γιάννινα
μάτια πολλά το λένε,
μάτια πολλά το λένε,
όπου γελούν και κλαίνε.

Το λεν πουλιά των Γρεβενών
κι αηδόνια του Μετσόβου,
που τα έκαψεν η παγωνιά
κι ανατριχίλα φόβου.

Το λένε χτύποι και βροντές,
το λένε κι οι καμπάνες,
το λένε και χαρούμενες
οι μαυροφόρες μάνες.

Το λένε και Γιαννιώτισσες
που ζούσαν χρόνια βόγγου,
το λένε κι Σουλιώτισσες
στις ράχες του Ζαλόγγου.




Απελευθέρωση Ιωαννίνων

Ο Ελληνικός Στρατός του 1912, διαθέτοντας σχετικά περιορισμένες δυνάμεις και όντας υποχρεωμένος να διεξάγει επιχειρήσεις σε δύο μέτωπα, της Μακεδονίας και της Ηπείρου, δεν ήταν δυνατό να αναλάβει επιθετικές ενέργειες ταυτόχρονα και προς τις δύο αυτές κατευθύνσεις. Έτσι αποφασίστηκε να δοθεί προτεραιότητα στην απελευθέρωση της Μακεδονίας, αφού το επέβαλλαν σοβαροί εθνικοί λόγοι. Στην Ήπειρο διατέθηκε αρχικά δύναμη μιας μεραρχίας περίπου, υπό τον Αντιστράτηγο Σαπουντζάκη Κωνσταντίνο, με αμυντική κυρίως αποστολή που απέβλεπε στην εξασφάλιση της μεθορίου, η οποία άρχιζε από το Άκτιο (στον Αμβρακικό κόλπο), περνούσε από την Άρτα και κατέληγε στα Τζουμέρκα, συνολικού αναπτύγματος 150 χιλιομέτρων περίπου.

Παρόλα αυτά, με την έναρξη του πολέμου, οι ελληνικές δυνάμεις στην Ήπειρο (Στρατός Ηπείρου) πέρασαν τον Άραχθο και αφού κατέλαβαν, μετά από σύντομο αγώνα, διάφορα δεσπόζοντα υψώματα στα βορειοδυτικά της Άρτας, προέλασαν προς την Πρέβεζα την οποία απελευθέρωσαν στις 21 Οκτωβρίου και την οργάνωσαν ως βάση εφοδιασμού τους.Μετά τις παραπάνω επιτυχίες, αλλά και την ευμενή εξέλιξη των επιχειρήσεων στη Μακεδονία, το Υπουργείο Στρατιωτικών ενίσχυσε το Στρατό Ηπείρου με διάφορες μονάδες από το μακεδονικό μέτωπο και το εσωτερικό και μετέβαλε την αποστολή του από αμυντική σε επιθετική.Επακολούθησαν σκληροί αγώνες, στη διάρκεια των οποίων τα ελληνικά τμήματα κατέλαβαν στις 28 Οκτωβρίου την ισχυρή τοποθεσία Πέντε Πηγάδια και συνέχισαν προς την πεδιάδα των Ιωαννίνων, όπου είχε συγκεντρωθεί ο όγκος των τουρκικών δυνάμεων. Παράλληλα, άλλα ελληνικά τμήματα, που εξόρμησαν από την περιοχή της Καλαμπάκας, απελευθέρωσαν στις 31 Οκτωβρίου το Μέτσοβο.


Στο μεταξύ όμως οι συνθήκες του αγώνα είχαν μεταβληθεί σημαντικά, λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών και της σοβαρής ενισχύσεως των Τούρκων με νέες δυνάμεις από την περιοχή του Μοναστηρίου. Έτσι η προέλαση του Ελληνικού Στρατού ανακόπηκε και οι αντίπαλοι περιορίστηκαν σε ανταλλαγή πυρών και αγώνα προφυλακών.Tο τελευταίο δεκαήμερο του Νοεμβρίου, ύστερα από απόφαση της Κυβερνήσεως να επιδιώξει την απελευθέρωση της Ηπείρου πριν από τη σύναψη συνθήκης ειρήνης μεταξύ των εμπολέμων, ο Στρατός Ηπείρου ενισχύθηκε με τη IΙ Μεραρχία από τη Θεσσαλονίκη και ανέλαβε νέα επιθετική προσπάθεια.Μετά όμως από αλλεπάλληλες ενέργειες, από 1 μέχρι 3 Δεκεμβρίου, οι ελληνικές δυνάμεις προσέκρουσαν στην οχυρωμένη τοποθεσία των Ιωαννίνων, όπου και αναχαιτίστηκαν. Επακολούθησε περίοδος στασιμότητας στο μέτωπο, μέχρι της ενισχύσεως του Στρατού Ηπείρου και με τις IV και VI Μεραρχίες από το Θέατρο Επιχειρήσεων Μακεδονίας, αφού στο μεταξύ είχε ολοκληρωθεί η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και της Δυτικής Μακεδονίας και ήταν δυνατή η αποδέσμευση δυνάμεων για την επίσπευση της απελευθερώσεως της Ηπείρου.


Νέα επίθεση που έγινε από τις 7 μέχρι τις 10 Ιανουαρίου 1913, με κύρια προσπάθεια κατά του Οχυρού Μπιζάνι, αναχαιτίστηκε και πάλι από τους Τούρκους, με πολλές μάλιστα απώλειες για τις ελληνικές δυνάμεις.Τελικά σφοδρή επίθεση, που εκτοξεύτηκε στις 20 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους, είχε ως αποτέλεσμα τον αιφνιδιασμό των Τούρκων, ιδίως από τη βαθειά ελληνική εισχώρηση στο δεξιό πλευρό τους και την «άνευ όρων» παράδοση στον Ελληνικό Στρατό της πόλεως των Ιωαννίνων, μετά δύο ημέρες, 21 Φεβρουαρίου 1913, από τον Τούρκο Διοικητή Εσσάτ Πασά.Η νίκη είχε βραβεύσει τις ακαταπόνητες προσπάθειες, τον απαράμιλλο ενθουσιασμό, τη φιλοπατρία και την ακλόνητη πίστη του Έλληνα μαχητή. Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων, πέρα από την εξουδετέρωση κάθε σοβαρής τουρκικής αντιστάσεως στην Ήπειρο και την κυρίευση σημαντικού πολεμικού υλικού, είχε πρώτιστα σοβαρή επίδραση στο ελληνικό γόητρο, το οποίο μετά και από την επιτυχία αυτή εξυψώθηκε διεθνώς. Ο ενθουσιασμός, με τον οποίο ο λαός των Ιωαννίνων δέχτηκε την είσοδο στην πόλη των ελληνικών στρατευμάτων, κατόπτριζε και τον πανελλήνιο ενθουσιασμό, που ήταν πράγματι πρωτοφανής.


Μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, οι IV και VI Μεραρχίες της Στρατιάς Ηπείρου μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Οι υπόλοιπες κινήθηκαν βορειότερα και μέχρι τις 5 Μαρτίου 1913 απελευθέρωσαν τις περιοχές της Βόρειας Ηπείρου Αργυρόκαστρο, Χειμάρρα, Αγίους Σαράντα, Τεπελένι, Πρεμετή και Κλεισούρα, ενώ η Κορυτσά είχε ήδη απελευθερωθεί από τις 7 Δεκεμβρίου 1912.

Ο ακραιφνής ελληνικός πληθυσμός των περιοχών αυτών υποδέχτηκε με απερίγραπτο ενθουσιασμό τα ελληνικά στρατεύματα. Οι απελευθερωτικοί όμως αυτοί αγώνες και οι θυσίες του Ελληνικού Στρατού δεν είχαν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Οι προαιώνιοι πόθοι και τα όνειρα των Ελλήνων της Βόρειας Ηπείρου έμειναν τελικά ανεκπλήρωτα, αφού η Βόρεια Ήπειρος περιλήφθηκε με απόφαση των τότε Μεγάλων Δυνάμεων στο νεοσύστατο Αλβανικό Κράτος, αλλάζοντας απλώς κυρίαρχο.


Μπιζάνι 

Η Οχυρή Τοποθεσία των Ιωαννίνων Το υψίπεδο Ιωαννίνων έχει σχήμα ελλειψοειδές με μέγιστο μήκος 40 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή και μέγιστο πλάτος 22 χιλιόμετρα. Το μέσο υψος του από την επιφάνεια της θάλασσας είναι 500 περίπου μέτρα και στο κέντρο του βρίσκεται η λίμνη καθώς και η πόλη των Ιωαννίνων.

Περιβάλλεται από υψηλούς, απότομους και δυσπρόσιτους ορεινούς όγκους με την οροσειρά Μιτσικέλι προς τα βορειοανατολικά, τα υψώματα του Δρίσκου προς τα ανατολικά, την Αετοράχη και το όρος Τόμαρος (Ολύτσικας) προς τα νότια και τις λοφοσειρές Χιντζηρέλου και Μεγάλη Τσουκα προς τα δυτικά. Ενδιάμεσα υπάρχουν τα φύσει οχυρά υψώματα Δουρουτι, Μανολιάσα, Αυγό, Μπιζάνι και Καστρίτσα.Το χειμώνα το ψύχος είναι δριμύ και οι χιονοπτώσεις πολλές, η δε ομίχλη είναι συνήθης με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η παρατήρηση.
Το οδικό δίκτυο κατά την περίοδο αυτή ήταν πολύ φτωχό. Υπήρχε Λόνο η σκυρόστρωτη οδός Άρτα—Φιλιππιάδα—Ιωάννινα—Ελαία, καθώς και μερικές δευτερεύουσες (καροποίητες) ορεινές οδοί μικρής αποδόσεως.
Η φύσει οχυρή αυτή τοποθεσία των Ιωαννίνων είχε οργανωθεί από τον καιρό της ειρήνης με πολλά μόνιμα και ημιμόνιμα έργα, που είχαν κατασκευαστεί με την ευθύνη του Διοικητή Πυροβολικού του Φρουρίου των Ιωαννίνων Αντισυνταγματάρχη Βεχήπ Μπέη και με την επίβλεψη γερμανικής στρατιωτικής αποστολής, υπό το Στρατηγό Φον Ντερ Γκολτς. Διάφορα πρόχειρα έργα εκστρατείας (πολυβολεία, ορύγματα, συρματοπλέγματα κ.λ.π.) συμπλήρωναν και βελτίωναν την αμυντική ισχύ της τοποθεσίας. Τέλος είχε αναπτυχθεί πνκνό τηλεφωνικό δίκτυο, για την άνετη εξασφάλιση των επικοινωνιών.Το βάρος της οχυρώσεως είχε δοθεί στο νότιο τομέα και ιδιαίτερα στα υψώματα της Μανολιάσας (Μεγάλη Ράχη, Προφήτης Ηλίας, Καστρί), Αυγού και Μπιζανίου (Μικρό, Μεγάλο Μπιζάνι) για την απαγόρευση του άξονα Άρτα—Ιωάννινα και την εξασφάλιση του συγκοινωνιακού και ανεφοδιαστικού κόμβου των Ιωαννίνων από την κατεύθυνση αυτή, από όπου προβλεπόταν και η μεγαλύτερη απειλή σε περίπτωση πολέμου της Τουρκίας με την Ελλάδα.Μεταφορά Νέων Ενισχύσεων στην Ήπειρο

Μετά την απόφαση του Υπουργείου Στρατιωτικών για την άμεση ενίσχυση του Στρατού Ηπείρου με τις IV και VI Μεραρχίες, άρχισε από τις 12 Δεκεμβρίου η θαλάσσια μεταφορά των μεραρχιών αυτών από τη Θεσσαλονίκη στην Πρέβεζα.
Πρώτη μεταφέρθηκε η IV Μεραρχία, συνολικής δυνάμεως 228 αξιωματικών, 10.068 οπλιτών και 2.300 κτηνών. Η Μεραρχία αμέσως μετά την αποβίβαση της κατευθύνθηκε στη Φιλιππιάδα, που είχε οριστεί ως χώρος συγκεντρώσεως. Εκεί συμπληρώθηκε σε προσωπικό, υλικό και τρόφιμα και στη συνέχεια προωθήθηκε προς τη ζώνη επιχειρήσεων στο χώρο Χάνι Εμίν Αγά—χ. Πέρδικα, όπου έφτασε στις 20 Δεκεμβρίου.
Ακολούθησε η VI Μεραρχία που βρισκόταν στην Κορυτσά. Η μεταφορά και αυτής έγινε θαλασσίως από τη Θεσσαλονίκη, γιατί η οδική κίνηση της μέσω Καστοριάς—Μετσόβου, όπως αρχικά είχε ζητηθεί από το Υπουργείο Στρατιωτικών, κρίθηκε από το Γενικό Στρατηγείο ασύμφορη και επικίνδυνη.
Η VI Μεραρχία, συνολικής δυνάμεως 7.400 αντρών, 1.800 κτηνών και 110 οχημάτων, άρχισε την επιβίβαση της στις 22 Δεκεμβρίου σε 18 ατμόπλοια και μέχρι τις 28 Δεκεμβρίου είχε αποβιβαστεί στην Πρέβεζα, όπου οι μονάδες της συμπληρώθηκαν από επιστράτους που είχαν φτάσει εκεί από το εσωτερικό. Στη συνέχεια και μέχρι τις 13 Ιανουαρίου η Μεραρχία, με διαταγή του Στρατηγείου Ηπείρου, μεταστάθμευσε στο άκρο δεξιό της διατάξεως του Στρατού Ηπείρου, στην περιοχή των χωριών Κορίτιανη—Πλαίσια—Καλέντζι.Εκτός από αυτές τις δύο μεραρχίες, στις 29 Δεκεμβρίου, έφτασε στην Πρέβεζα προερχόμενο από τη Χίο και το 7ο Σύνταγμα Πεζικού της II Μεραρχίας (Απόσπασμα Χίου), υπό το Συνταγματάρχη Πεζικού Δελαγραμμάτικα Νικόλαο, που αποτελούνταν από 4 τάγματα Πεζικού και δύο ορειβατικές πυροβολαρχίες Κρουπ, συνολικής δυνάμεως 28 αξιωματικών και 4.475 οπλιτών.Μέχρι τις 5 Ιανουαρίου το Απόσπασμα αυτό είχε προωθηθεί στο χ. Μυροδάφνη ως γενική εφεδρεία. Στο ίδιο χρονικό διάστημα προωθήθηκε στο Χάνι Εμίν
Αγά και στην Κανέτα σημαντικός αριθμός πεδινών και βαρέων πυροβόλων.Από τα πλεονάσματα εξάλλου των επιστράτων, που είχαν διατεθεί για τη συμπλήρωση του προσωπικού των μονάδων, συγκροτήθηκε ένα ανεξάρτητο τάγμα Πεζικού, με αποστολή να εξασφαλίσει τον κάτω ρου του Αχέροντα ποταμού σε συνεργασία με τα εκεί εθελοντικά τμήματα Προσκόπων.


Η μάχη του Μπιζανίου 16-22 Φεβρουαρίου 1913

Η Μάχη του Μπιζανίου  υπήρξε η σημαντικότερη σύγκρουση κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού στρατού στο μέτωπο της Ηπείρου. Η τοποθεσία Μπιζάνι με τις γειτονικές τοποθεσίες νότια των Ιωαννίνων, αποτέλεσε σημαντικό φυσικό σημείο άμυνας και το επέλεξαν οι Τούρκοι για να καθηλώσουν τον ελληνικό στρατό. Με τον κυκλωτικό ελιγμό όμως, που τελικά κατάφεραν οι Έλληνες, ανάγκασαν τον αντίπαλο σε άμεση παράδοση. Η νίκη στο Μπιζάνι αποτέλεσε το κλειδί για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, καθώς και ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής της Ηπείρου.

Το υψίπεδο νοτίως των Ιωαννίνων είναι πεταλοειδές και από τη φύση του οχυρό: σχηματίζεται από βραχώδη και δυσπρόσιτα υψώματα που το περιβάλλουν. Στην τοποθεσία είχαν κατασκευασθεί μόνιμα οχυρωματικά έργα με την επίβλεψη Γερμανών αξιωματικών, που είχαν αναλάβει τον εκσυγχρονισμό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.



Σχέδιο μάχης 
Το σχέδιο του τουρκικού επιτελείου προέβλεπε σταθερή άμυνα στην οχυρωμένη τοποθεσία των Ιωαννίνων και κυρίως στα υψώματα Μπιζάνι και Καστρίτσα. Ο Τούρκος Αρχιστράτηγος Εσσάτ Πασάς είχε στην διάθεσή του 4 μεραρχίες.

Ο Ελληνικός Στρατός Ηπείρου με επικεφαλής τον διάδοχο Κωνσταντίνο, αποτελούνταν από 4 μεραρχίες, 1 ταξιαρχία και ένα σύνταγμα πεζικού. Το σχέδιο της επίθεσης ήταν σχετικά ριψοκίνδυνο: προέβλεπε την ευρεία υπερκέραση (κύκλωση) από δυτικά της οχυρωμένης τοποθεσίας και την άμεση κατάληψη των Ιωαννίνων. Ταυτόχρονα, θα γίνονταν επιθέσεις στον κεντρικό και τον ανατολικό τομέα του μετώπου, με σκοπό την παραπλάνηση του εχθρού και την καθήλωση των τουρκικών δυνάμεων .


Στις 19 Φεβρουαρίου τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο παραπλάνησης, με βολές πυροβολικού και επιθέσεις μονάδων πεζικού, από το Α’ τμήμα της ελληνικής Στρατιάς, στον τομέα Μπιζάνι-Κουτσελιό-Καστρίτσα. Το Β’ τμήμα της Στρατιάς συγκεντρώθηκε με μυστικότητα απέναντι από τον τομέα Μανωλιάσσα-Άγιος Νικόλαος-Τσούκα. Με το πρώτο φως της επόμενης μέρας, το Β’ τμήμα Στρατιάς εξαπέλυσε αιφνιδιαστική επίθεση με ιδιαίτερη σφοδρότητα. Με μια τολμηρή και βαθιά εισχώρηση στον δυτικό τομέα των επιχειρήσεων το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων, μαζί με το 9ο Τάγμα υπό τον Ταγματάρχη Ιωάννη Βελισσάριο, κατάφερε να φτάσει στις παρυφές των Ιωαννίνων, στον Άγιο Ιωάννη.

Η είδηση ότι ο Ελληνικός Στρατός έφτασε έξω από τα Ιωάννινα, ταυτόχρονα καθιστούσε αδύνατη την υποχώρηση των Τούρκων και δημιούργησε πανικό στην διοίκηση του τουρκικού στρατού που ήταν εγκατεστημένη στην πόλη. Οι εύζωνες είχαν φροντίσει να καταστρέψουν τα τηλεφωνικά δίκτυα, διακόπτοντας έτσι την επικοινωνία της τουρκικής διοίκησης με τον στρατό της. Με αυτές τις συνθήκες, στις 23.00 της ίδιας μέρας ο Εσσάτ Πασάς έστειλε πρόταση παράδοσης του τουρκικού στρατού, καθώς δεν γνώριζε ότι στο Μπιζάνι και τον υπόλοιπο ανατολικό τομέα οι τουρκικές δυνάμεις διατηρούσαν ακέραιες τις θέσεις τους.


Απολογισμός 


Στις 21 Φεβρουαρίου 1913, με την αποδόχη της πρότασης παράδοσης, το Σύνταγμα Ιππικού της Στρατιάς Ηπείρου εισήλθε στα Ιωάννινα.

Οι απώλειες του ελληνικού στρατού κατά την μάχη, ανήλθαν σε 264 νεκρούς και τραυματίες. Η αποφασιστική αυτή νίκη άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της ευρύτερης περιοχής των Ιωαννίνων και της Βόρειας Ηπείρου.

Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων πέθανε ο Ολυμπιονίκης Κωνσταντίνος Τσικλητήρας

(10 Φεβρουαρίου 1910 στην Αθήνα). Παρόλο που είχε την δυνατότητα να πάρει αναβολή λόγω των αθλητικών του διακρίσεων, αρνήθηκε και κατατάχτηκε εθελοντικά στο στράτευμα.

Πηγή
Εικόνες: Google images 

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Οι Τρεις Ιεράρχες


Χρόνια πολλά σε μαθητές και δασκάλους με τη φώτιση των Αγίων Τριών Ιεραρχών!!



Η αιτία για την εισαγωγή της εορτής των Τριών Ιεραρχών στην Εκκλησία είναι το εξής γεγονός:

Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού (1081 - 1118 μ.Χ.), ο οποίος διαδέχθηκε στη βασιλική εξουσία τον Νικηφόρο Γ’ τον Βοτενειάτη (1078 - 1081 μ.Χ.), έγινε στην Κωνσταντινούπολη φιλονικία ανάμεσα σε λόγιους και ενάρετους άνδρες. Άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο (βλέπε 1 Ιανουαρίου), χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα και υπέροχη φυσιογνωμία. Άλλοι τοποθετούσαν ψηλά τον ιερό Χρυσόστομο (βλέπε 13 Νοεμβρίου) και τον θεωρούσαν ανώτερο από τον Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο και, τέλος, άλλοι, προσκείμενοι στον Γρηγόριο τον Θεολόγο (βλέπε 25 Ιανουαρίου), θεωρούσαν αυτόν ανώτερο από τους δύο άλλους, δηλαδή από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο. Η φιλονικία αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να διαιρεθούν τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι ονομάζονταν «Ιωαννίτες», άλλοι «Βασιλείτες» και άλλοι «Γρηγορίτες».

Στην έριδα αυτή έθεσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων, Ιωάννης ο Μαυρόπους. Αυτός, κατά την διήγηση του Συναξαριστή, είδε σε οπτασία τους μέγιστους αυτούς Ιεράρχες, πρώτα καθένα χωριστά και στη συνέχεια και τους τρεις μαζί. Αυτοί του είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε ένα κοντά στον Θεό και τίποτε δεν υπάρχει που να μας χωρίζει ή να μας κάνει να αντιδικούμε. Όμως, κάτω από τις ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες και περιστάσεις που βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι και καθοδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γράψαμε σε συγγράμματα και με τον τρόπο του ο καθένας, διδασκαλίες που βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τον δρόμο της σωτηρίας. Επίσης, τις βαθύτερες θείες αλήθειες, στις οποίες μπορέσαμε να διεισδύσουμε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις συμπεριλάβαμε σε συγγράμματα που εκδώσαμε. Και ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, αλλά, αν πεις τον ένα, συμπορεύονται δίπλα του και οι δύο άλλοι. Σήκω, λοιπόν, και δώσε εντολή στους φιλονικούντες να σταματήσουν τις έριδες και να πάψουν να χωρίζονται για εμάς. Γιατί εμείς, και στην επίγεια ζωή που είμασταν και στην ουράνια που μεταβήκαμε, φροντίζαμε και φροντίζουμε να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε σε ομόνοια τον κόσμο. Και όρισε μία ημέρα να εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας και καθώς είναι χρέος σου, να ενεργήσεις να εισαχθεί η εορτή στην Εκκλησία και να συνταχθεί η ιερή ακολουθία. Ακόμη ένα χρέος σου, να παραδόσεις στις μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα για τον Θεό. Βεβαίως και εμείς θα συμπράξουμε για τη σωτηρία εκείνων που θα εορτάζουν τη μνήμη μας, γιατί έχουμε και εμείς παρρησία ενώπιον του Θεού».

Έτσι ο Επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης ανέλαβε τη συμφιλίωση των διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε την εορτή της 30ης Ιανουαρίου και συνέγραψε και κοινή Ακολουθία, αντάξια των τριών Μεγάλων Πατέρων.

Η εορτή αυτής της Συνάξεως του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελεί το ορατό σύμβολο της ισότητας και της ενότητας των Μεγάλων Διδασκάλων, οι οποίοι δίδαξαν με τον άγιο βίο τους το Ευαγγέλιο του Χριστού. Είναι εκείνοι, οι οποίοι εξ’ αιτίας της ταπεινώσεώς τους μπροστά στην αλήθεια, έχουν λάβει το χάρισμα να εκφράζουν την καθολική συνείδηση της Εκκλησίας και ότι διδάσκουν δεν είναι απλώς δική τους σκέψη ή προσωπική τους πεποίθηση, αλλά είναι επιπλέον η ίδια η μαρτυρία της Εκκλησίας, γιατί μιλούν από το βάθος της καθολικής της πληρότητας.

Περί τις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ. ανεγέρθη ναός των Τριών Ιεραρχών κοντά στην Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης, δίπλα σχεδόν στη μονή της Παναχράντου.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α’.
Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.
Πηγή: saint.gr

Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018

Άγιος Γεώργιος ο Φουστανελάς ο εξ Ιωαννίνων

Η 17η Ιανουαρίου, ημέρα που η εκκλησία μας τιμά την εορτή του Αγίου Αντωνίου, ήταν και η ημέρα που ο νεομάρτυρας Γεώργιος, σε ηλικία 30 ετών, το 1838, βρήκε μαρτυρικό θάνατο με απαγχονισμό στην πόλη των Ιωαννίνων. Η αγχόνη είχε στηθεί μπροστά στην τότε πολυσύχναστη πλατεία των Ιωαννίνων, «Κουρμανιό», που βρίσκεται απέναντι από τη μεγάλη πύλη του Κάστρου και η οποία φέρει σήμερα το όνομα του νεομάρτυρα.

Ο νεομάρτυρας Γεώργιος γεννήθηκε στο Τσούρχλι (Άγιος Γεώργιος) Γρεβενών το 1808 από Έλληνες χριστιανούς γονείς που ονομαζόταν Κωνσταντίνος και Βασίλω, αγνώστων λοιπών στοιχείων. Υπήρξε ένα από τα τελευταία θύματα του παιδομαζώματος από την ηλικία των 12 χρονών, όταν παίζοντας στο δρόμο με άλλους συνομήλικούς του, εμφανίστηκαν μπροστά του Τουρκαλβανοί και του ζήτησαν νερό. Ο Γεώργιος τους εξυπηρέτησε και αυτοί ζήτησαν να τον πάρουν μαζί τους στα Γιάννενα. Ο Νεομάρτυρας τους ακολούθησε και στη συνέχεια προσελήφθηκε ως ιπποκόμος από έναν Τούρκο αξιωματικό, που τον έλεγαν Αμπντουλάχ. Έζησε έτσι για αρκετά χρόνια με τους Τούρκους, αλλά παρόλα αυτά κατάφερε να διατηρήσει άσβεστη μέσα του τη χριστιανική πίστη, για την οποία και μαρτύρησε, παρά το γεγονός ότι το τουρκογιαννιώτικο περιβάλλον τον θεωρούσε Τούρκο, και τον αποκαλούσε με το όνομα «Γκιαούρ Χασάν».
Ο νεομάρτυρας Γεώργιος, που ήταν σεμνός στους τρόπους του, φορούσε πάντα την πατροπαράδοτη μακριά φουστανέλα του χωριού του και κεντητό γιλέκο, με το οποίο μάλιστα απεικονίζεται και σ’ όλες τις εικόνες του.
   Η νέα φάση της ζωής του αρχίζει τον Οκτώβριο του 1836, όταν αποφασίζει να αρραβωνιαστεί και στη συνέχεια να παντρευτεί την ημέρα της εορτής του Αγίου Δημητρίου μια Χριστιανή Γιαννιώτισσα, την Ελένη. Οι Τούρκοι τον κατηγόρησαν γιατί νυμφεύτηκε χριστιανή και τον πήγαν στο δικαστήριο. Εμφανίστηκε όμως ο Αμπντουλάχ και διαβεβαίωσε ότι ο δικαζόμενος είναι Έλληνας χριστιανός και το όνομά του είναι Γεώργιος. Έτσι αφέθηκε ελεύθερος. Στη συνέχεια αποκτά με τη γυναίκα του τον Δεκέμβριο του 1837 ένα γιο, που τον βαπτίζει, τηρώντας τη χριστιανική παράδοση την 7η Ιανουαρίου 1838 και του χαρίζει το όνομα Ιωάννης. Ο Χότζας τον κατηγόρησε γιατί ενώ ήταν Τούρκος, έδωσε στο παιδί του όνομα ελληνικό και το βάφτισε χριστιανικά, άρα είναι «Εξωμότης και υβριστής του προφήτη». Ο Αμπντουλάχ, τη δεύτερη αυτή φορά, δε βρέθηκε να μαρτυρήσει υπέρ του την αλήθεια. Όλα αυτά, όπως ήταν φυσικό προκάλεσαν τη δίωξή του και στη συνέχεια το μαρτυρικό του θάνατο, καθώς παρά τα βασανιστήρια των Τούρκων, για να απαρνηθεί τη χριστιανική πίστη, ο ίδιος με θάρρος ομολογούσε ότι «ουδέποτε υπήρξε Τούρκος, αλλ’ αείποτε Χριστιανός», ακόμη και όταν έφθασε η ώρα του απαγχονισμού του, την οποία αντιμετώπισε νηφαλιότητα και γενναιότητα.
   Χαρακτηριστικά είναι και τα τελευταία του λόγια όταν οι Τούρκοι βασανιστές του τον ρώτησαν «τι είσαι σύ;», πριν τραβήξουν την αγχόνη. Τότε ο νεομάρτυρας Γεώργιος που ζήτησε να του λύσουν τα χέρια, έκανε το σταυρό του και απάντησε: «Χριστιανός είμαι και Χριστιανός θα αποθάνω, προσκυνώ τον Χριστόν μου και την Δέσποινά μου Θεοτόκον» και απευθυνόμενος στους Χριστιανούς που βρίσκονταν εκεί τους είπε: «Συγχωρέσατέ μοι, αδελφοί και ο Θεός συγχωρέσει σας».
Το σώμα του Αγίου παρέμεινε κρεμασμένο στην αγχόνη για τρεις ημέρες, χωρίς όμως να αλλοιωθεί, με αποτέλεσμα οι ίδιοι οι Τούρκοι στη συνέχεια να παραδεχθούν την αγιότητά του και έδωσαν την άδεια να ενταφιαστεί με τις μεγαλύτερες τιμές.
     Από την πρώτη κιόλας στιγμή του μαρτυρίου του, ο νεομάρτυρας Γεώργιος κέρδισε την τιμή του μάρτυρος στη συνείδηση και την πίστη της εκκλησίας. Αμέσως μετά το μαρτύριό του, οι πιστοί έτρεχαν στον τάφο του και έπαιρναν χώμα και λάδι από το κανδήλι, τα οποία χρησιμοποιούσαν ως φάρμακα.  Όσοι πήραν κομμάτι από την τριχιά της αγχόνης και τεμάχιο από τα ρούχα του Αγίου, είδαν μεγάλες θεραπείες.
Η πρώτη εικόνα του Αγίου φιλοτεχνήθηκε στις 30 Ιανουαρίου του 1838 (Εικόνα 2), λίγες μόνο ημέρες από το μαρτυρικό του θάνατο, μετά από παραγγελία του ιερομόναχου Χρύσανθου Λαϊνά, ο οποίος φέρεται ως ο πνευματικός του καθοδηγητής. Στην εικόνα αυτή ο Άγιος εικονίζεται με την παραδοσιακή του στολή, κρατώντας στο δεξί του χέρι ένα σταυρό και στο αριστερό ένα κλωνάρι φοίνικα και ειλητάριο με την επίκληση : «Μη χωρίσεις με της δόξης των μαρτύρων σου, γλυκύτατε Ιησού, ότι τέτρωμαι της σης αγάπης εγώ, αλλά ενίσχυσόν με διά το μέγα σου έλεος, Χριστέ». Ήδη από τις 6 Απριλίου 1839, μόλις ένα έτος από το μαρτυρικό του θάνατο, έχουμε την πρώτη βιογραφία του αγίου, την οποία υπέγραψαν δύο επίσκοποι, δεκατρείς ιερείς και ιερομόναχοι και οι δεκαεπτά σημαίνοντες πρόκριτοι των Ιωαννίνων.
     Στις αρχές του 1839, μετά από έκθεση που κατέθεσαν τρεις επίσκοποι καθώς και πολλοί κληρικοί και λαϊκοί, οι οποίοι βεβαίωσαν την τέλεση θαυμάτων στον τάφο του Νεομάρτυρα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Στ' αποφάσισε με Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη, που εκδόθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1839, πως "...ο υπέρ Χριστού πανδήμως το μαρτύριον αναδεξάμενος Γεώργιος ο Νεομάρτυς , γνωρίζεται τουντεύθεν παρά πάσης της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, αληθής μάρτυς του Χριστού, συναριθμούμενος τη χορεία των πιστών, τελουμένης κανονικώς της μνήμης αυτού κατά την 17η Ιανουαρίου". Ο Πατριάρχης Γρηγόριος, στέλνοντας την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη στον Μητροπολίτη Ιωαννίνων, τον παρακάλεσε να μη τη δημοσιεύσει για να μην προκαλέσει τους Τούρκους. Παράλληλα πρόσθεσε ότι ορίστηκε η γιορτή του νεομάρτυρα την 17ην Ιανουαρίου, ημέρα γιορτής του αγίου Αντωνίου, για να μη φανεί ότι για τον Νεομάρτυρα έγινε νέα γιορτή. Η φήμη όμως των θαυμάτων του αγίου σε χριστιανούς και μουσουλμάνους, παραμέρισε τους φόβους και έτσι η γιορτή του αγίου Γεωργίου τελούνταν πανηγυρικά.
Απολυτίκιον
Τον πανεύφημον Μάρτυν Χριστού Γεώργιον
Ιωαννίνων το κλέος, και πολιούχον λαμπρόν,
εν ωδαίς πνευματκαίς ανευφημήσωμεν, ότι ενήθλησε στερρώς
και κατήνεγκεν εχθρόν, του Πνεύματος τη δυνάμει.
Και νυν απαύστως πρεσβεύει, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών
Εικόνα: Google images

Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2018

Ο Νίκος Λυγερός στο σχολείο μας

Το Έργο του Δρ. Νίκου Λυγερού για την Ανθρωπότητα είναι Ποίηση και κάθε αυθεντική Ποίηση, είναι πανανθρώπινο Έργο. O κ. Νίκος Λυγερός είναι ο ορισμός του πολυπράγμωνα ανθρώπου– επιστήμονα και βαθειά ανθρώπινου προσώπου. Ένας εξαιρετικός άνθρωπος που έχει αφιερώσει τον εαυτό του στο καλό της Ανθρωπότητας.




Απόσπασμα συνέντευξης:
Αισθάνεστε ότι σας «ξεζουμίζουν» οι άνθρωποι; 
- Όχι, είναι μόνος σκοπός για να βρίσκομαι στη γη. Εάν δεν έχω κάτι να κάνω για τον συνάνθρωπο γιατί να είμαι εδώ. Άρα, όταν οι άνθρωποι ζητούν συμβουλές και μπορώ να τους δώσω απάντηση, το κάνω. Δεν χαίρομαι από μόνος μου, μόνο μέσα από τον άλλο.

Βίντεο: Youtube